Στις 4 Απρίλη υπογράφτηκε η Κοινή Υπουργική Απόφαση (ΚΥΑ) με θέμα «Ρυθμίσεις για τη διασφάλιση της πρόσβασης των ανασφάλιστων στο Δημόσιο Σύστημα Υγείας», του νόμου 4368/201 για την ιατροφαρμακευτική κάλυψη των ανασφάλιστων.
η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ με το «παράλληλο πρόγραμμα», τα οποία αποτελούν συνέχεια των αντίστοιχων μέτρων της κυβέρνησης ΝΔ - ΠΑΣΟΚ και είναι πλήρως εναρμονισμένα με τις κατευθύνσεις της ΕΕ για δραστική μείωση των παροχών στο λαό.
Από αυτή τη σκοπιά, η πολυδιαφημισμένη δήθεν «καθολική υγειονομική κάλυψη» των ανασφάλιστων αποδεικνύεται «άνθρακες ο θησαυρός» για τα εκατομμύρια αυτών που τους αφαίρεσαν τα ασφαλιστικά τους δικαιώματα λόγω ανεργίας ή χρεοκοπίας των μικροεπιχειρήσεων των αυτοαπασχολούμενων και σήμερα βρίσκονται σε κατάσταση φτώχειας.
Παραμένουν τα χαράτσια σε φάρμακα - υπηρεσίες - υλικά
Η ΚΥΑ καλύπτει για παροχές Υγείας γενικά τους ανασφάλιστους που δεν είχαν ή έχασαν τα ασφαλιστικά τους δικαιώματα. Η κάλυψη αυτή παρέχεται μέσω των Δημόσιων Μονάδων Υγείας, με τους όρους του Κανονισμού Παροχών ΕΟΠΥΥ.
Αυτό σημαίνει ότι οι ανασφάλιστοι θα πληρώνουν κανονικά τις συμμετοχές τους, αλλά και εξ ολοκλήρου τα ποσά για φάρμακα, θεραπείες και υλικά, που δεν αποζημιώνονται από τον ΕΟΠΥΥ, όπως ακριβώς και οι ασφαλισμένοι. Μάλιστα, η επιβάρυνση στα φάρμακα μεγαλώνει, λόγω της μείωσης της ασφαλιστικής αποζημίωσης.
Σημειώνουμε και εδώ ότι έχει αυξηθεί ο αριθμός των φαρμάκων, αλλά και των εξετάσεων - θεραπειών που πληρώνουν εξ ολοκλήρου οι ασθενείς (για παράδειγμα, 2.500 εξετάσεις δεν καλύπτονται από τον Οργανισμό). Επομένως, τα δύο εκατομμύρια ανασφάλιστοι (σύμφωνα με τον υπουργό Υγείας) που θα ενταχθούν στο μέτρο αυτό και οι οποίοι δεν έχουν καθόλου εισόδημα ή έχουν ένα πολύ μικρό (200 ευρώ μηνιαίως ορίζει ο νόμος), θα πρέπει να πληρώνουν συμμετοχή στις δαπάνες Υγείας.
Ακόμα μεγαλύτερη θα είναι η επιβάρυνση στους χρόνιους πάσχοντες, που χρειάζονται συστηματικά μηνιαία φαρμακευτική αγωγή, συχνές εξετάσεις, θεραπείες, φάρμακα, υγειονομικά υλικά και όσοι δεν θα μπορούν να πληρώνουν τη δαπάνη αυτή, θα εξαναγκάζονται να μην εφαρμόζουν ολοκληρωμένα ή και καθόλου τη θεραπεία τους ή προκειμένου να τη συνεχίσουν, να καταφεύγουν στις υποτυπώδεις υπηρεσίες των «κοινωνικών ιατρείων και φαρμακείων». Ολα αυτά διαμορφώνουν συνθήκες που επιδρούν αρνητικά στην υγεία αυτών των ασθενών.
Ο λογαριασμός επιστρέφει ξανά στο λαό
Οπως περιγράφεται και στην ΚΥΑ, η δαπάνη για την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη των ανασφάλιστων θα καλύπτεται από τον ΕΟΠΥΥ, δηλαδή από τα ασφαλιστικά ταμεία και όχι από το κράτος, ενώ δεν προβλέπεται επιπλέον κρατική οικονομική ενίσχυση των Δημόσιων Μονάδων Υγείας.
Το γεγονός ότι οι δημόσιες μονάδες δεν επιχορηγούνται για την κάλυψη των ανασφάλιστων, θα φουσκώσει τα χρέη τους σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Ενδεχομένως οι διοικήσεις, προκειμένου να περιορίσουν τη χασούρα, να αυστηροποιήσουν τα κριτήρια παροχής υπηρεσιών Υγείας στους ανασφάλιστους, όπως συνέβαινε με τους κατόχους προνοιακών βιβλιαρίων στα πανεπιστημιακά - και όχι μόνο - νοσοκομεία.
Δηλαδή, στην πράξη θα γίνονται εισαγωγές για νοσηλεία με πιο αυστηρά κριτήρια, όταν για παράδειγμα ένα πρόβλημα υγείας θα έχει εξελιχτεί σε σοβαρό, ενώ θα μπορούσε να είχε αντιμετωπιστεί έγκαιρα σε εξωνοσοκομειακό πρωτοβάθμιο επίπεδο.
Οσο για τα 100 εκατομμύρια ευρώ που έχει πει σε προηγούμενη φάση η κυβέρνηση ότι θα διατεθούν για τους ανασφάλιστους, αυτά δεν αναφέρονται καν στην ΚΥΑ, αλλά ακόμα και αν τελικά δοθούν, δε φτάνουν ούτε για «ζήτω». Ας δούμε ένα παράδειγμα σχετικό με τα φάρμακα: Ενας χρόνιος ασθενής, που κάθε μήνα χρειάζεται φάρμακα αξίας 100 ευρώ, πληρώνει από την τσέπη του 25 ευρώ και ο ΕΟΠΥΥ 75 ευρώ. Για ένα χρόνο και μόνο γι' αυτόν τον ασθενή, ο ΕΟΠΥΥ θα καταβάλει συνολικά 900 ευρώ (12 μήνες x 75 ευρώ = 900 ευρώ).
Επομένως, το ποσό των 100 εκατ. ευρώ θα καλύψει στην καλύτερη περίπτωση τα συγκεκριμένα φάρμακα για περίπου 112.000 άτομα το χρόνο (100 εκατ. ευρώ/900 ευρώ = 112.000). Για όλο τον υπόλοιπο πληθυσμό των ανασφάλιστων και τις άλλες παροχές που έχουν ανάγκη (φάρμακα, νοσήλια, φυσικοθεραπείες, υγειονομικό υλικό κ.λπ.) ποιος θα πληρώσει;
Για να δικαιολογήσει τη μηδενική κρατική χρηματοδότηση για την ιατροφαρμακευτική «κάλυψη» των ανασφάλιστων, ο υπουργός Υγείας, Α. Ξανθός, ισχυρίστηκε ότι «ο πληθυσμός των ανασφάλιστων πολιτών είναι κατά βάση ένας πληθυσμός σχετικά νεότερος, δηλαδή είναι άνθρωποι παραγωγικής ηλικίας και άρα κατά τεκμήριο σχετικά πιο υγιείς».
Ομως, σε αντίθεση με αυτά που λέει ο υπουργός, οι δεκάδες χιλιάδες ανασφάλιστοι αυτοαπασχολούμενοι είναι στην πλειοψηφία τους 40, 50 και 60 χρόνων, πολλοί απ' αυτούς με χρόνια και σοβαρά προβλήματα. Ακόμα, στα νοσοκομεία Παίδων είναι μεγάλος ο αριθμός των παιδιών στα οποία αναφέρεται ο υπουργός, επίσης με σοβαρά προβλήματα υγείας. Δεκάδες χιλιάδες είναι και τα παιδιά ΑμεΑ ανασφάλιστων οικογενειών.
Τέλος, απ' αυτά που λέει ο υπουργός, φαίνεται καθαρά πως η κυβέρνηση έχει ξεγράψει την Πρωτογενή Πρόληψη, που αφορά πάνω απ' όλα τους υγιείς ανθρώπους, πριν αρρωστήσουν.
«Φιλτράρουν» με αυστηρά κριτήρια τους ανασφάλιστους
Με την ίδια ΚΥΑ εξαιρούνται από τη συμμετοχή στις πληρωμές για φάρμακα όσοι εντάσσονται στις ρυθμίσεις της με κριτήρια εισοδηματικά, οικογενειακά, περιουσιακά. Επίσης, όσοι έχουν αναπηρία πάνω από 67% και ορισμένες κατηγορίες χρονίως πασχόντων, πάλι με τα ίδια κριτήρια, αλλά με πιο αυξημένο το εισοδηματικό όριο.
Με τα κριτήρια αυτά, η μηδενική συμμετοχή θα έχει εφαρμογή σε ένα πολύ μικρό αριθμό ανασφάλιστων με ή χωρίς αναπηρία (170.000 οικογένειες ή 400.000 άτομα, από τους 2 εκατ. ανασφάλιστους, σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου, με εκτιμώμενο κόστος 100 εκατ. ευρώ). Διότι είναι πολύ λίγοι αυτοί που συνδυαστικά μπορούν να πληρούν και τους τρεις όρους που τίθενται ώστε να «φιλτράρονται» οι εξαθλιωμένες περιπτώσεις:
Πρώτος όρος είναι το ετήσιο εισόδημα να μην υπερβαίνει για ένα άτομο τα 2.400 ευρώ, για τετραμελή οικογένεια τα 4.800 ευρώ, για μεμονωμένο άτομο ΑμεΑ τα 6.000 ευρώ, για τετραμελή οικογένεια με ΑμεΑ τα 9.600 ευρώ. Δηλαδή, 200 - 400 - 500 και 800 ευρώ το μήνα εισόδημα για καθεμιά από τις παραπάνω περιπτώσεις.
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι αν κάποιος μεμονωμένος ανασφάλιστος νοικιάζει απλά ένα σπίτι πάνω από 200 ευρώ, χωρίς να έχει άλλο εισόδημα, αποκλείεται από τη μηδενική συμμετοχή. Επίσης, μία τετραμελής οικογένεια με ΑμεΑ, υπολογίζοντας και τις πρόσθετες ανάγκες της, θα εξαναγκάζεται σε πληρωμές, επειδή προφανώς ξεπερνάει τα 800 ευρώ εισόδημα.
Δεύτερος όρος είναι η φορολογητέα αξία της ακίνητης περιουσίας στο μεμονωμένο άτομο να μην ξεπερνά τα 150.000 ευρώ, συν 15.000 ευρώ για κάθε πρόσθετο μέλος. Σ' αυτή την περίπτωση, ο ανασφάλιστος θα αποκλείεται, αν για παράδειγμα έχει μηδενικό εισόδημα αλλά είναι ιδιοκτήτης μιας κύριας κατοικίας ή μιας εξοχικής ή του «πατρικού» στο χωριό, πράγμα πολύ συνηθισμένο.
Τρίτος όρος είναι το συνολικό ύψος των καταθέσεων στις τράπεζες να μην υπερβαίνει το τριπλάσιο του ετήσιου εισοδήματος (π.χ. για μεμονωμένο άτομο τα 7.200 ευρώ).
Από τις πληρωμές για φάρμακα εξαιρούνται και ορισμένες κατηγορίες, όπως ανήλικοι έως 18 ετών, που φιλοξενούνται σε δομές Κοινωνικής Πρόνοιας, σε θεραπευτικές δομές, κρατούμενοι, πρόσφυγες, παιδιά σε αναδοχή κ.λπ.
Σημειώνουμε, επίσης, ότι σύμφωνα με την ΚΥΑ, οι ανασφάλιστοι δεν καλύπτονται για παροχές από τον ιδιωτικό τομέα, όπου θα πρέπει να πληρώνουν εξ ολοκλήρου τα χρηματικά ποσά. Μόνο «κατά περίπτωση», όταν πιστοποιημένα ο δημόσιος τομέας δεν μπορεί να τις καλύψει και μόνο με απόφαση του υπουργού θα καλύπτονται παροχές από τον ιδιωτικό τομέα.
Αυτό σημαίνει ότι αν ο ανασφάλιστος εξαναγκαστεί να καταφύγει στον ιδιωτικό τομέα, επειδή αντιμετωπίζει μια επείγουσα ανάγκη και η αναμονή στο κρατικό σύστημα είναι μεγάλη, τότε θα πρέπει να πληρώσει όλο το ποσό από την τσέπη του.
Τέλος, για όσους ανασφάλιστους έχουν μόνο ιδιωτική ασφάλιση, προβλέπεται η χρήση των Δημόσιων Μονάδων Υγείας - με τους όρους της ΚΥΑ - μόνο στις περιπτώσεις εκτάκτων προβλημάτων υγείας. Είναι γνωστό, όμως, ότι ένας αριθμός ανασφάλιστων, προκειμένου να έχουν κάποιες στοιχειώδεις υπηρεσίες, έκαναν «φτηνά» συμβόλαια με ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες. Αυτοί αποκλείονται από τις ρυθμίσεις της ΚΥΑ για όλες τις υπηρεσίες που δε θεωρούνται «επείγουσες».
Επιβεβαιώνεται η θέση του ΚΚΕ
Το ΚΚΕ είχε ασκήσει κριτική για το περιεχόμενο της ΚΥΑ κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου στη Βουλή. Ολοι οι ανασφάλιστοι και οι οικογένειές τους πρέπει να έχουν πλήρεις, δωρεάν και σύγχρονες παροχές στην πρόληψη και στην αποκατάσταση της υγείας, χωρίς όρους και προϋποθέσεις, με αποκλειστικό κριτήριο την κάλυψη των αναγκών τους και όχι το «κόστος».
Η πλήρης χρηματοδότηση των δημόσιων υπηρεσιών και παροχών Υγείας πρέπει να γίνεται από το κράτος, με αύξηση της φορολογίας του κεφαλαίου, χωρίς καμία πληρωμή από τους ανασφάλιστους και τις οικογένειές τους. Χωρίς κρατική χρηματοδότηση, η κυβέρνηση επιχειρεί δήθεν να καλύψει τις διευρυμένες ανάγκες των δύο εκατομμυρίων ανασφάλιστων, μεταφέροντας το κόστος στον ΕΟΠΥΥ, δηλαδή στα ασφαλιστικά ταμεία, που και αυτά υποχρηματοδοτούνται από το κράτος και το κεφάλαιο.
Αλλά και στους ίδιους τους ανασφάλιστους, που για να έχουν δικαίωμα σε υπηρεσίες Υγείας, πρέπει να πληρώνουν - οι περισσότεροι - συμμετοχές. Μόνο σ' ένα μικρό τμήμα τους, σ' αυτούς που κατατάσσονται στο φάσμα της «ακραίας φτώχειας», τους κάνει τη χάρη να μην πληρώνουν, όταν βέβαια θα βρίσκουν «άκρη» στις δημόσιες μονάδες.
Σε κάθε περίπτωση, αυτό που αναδεικνύεται είναι η αντίφαση του ίδιου του συστήματος, που επιδιώκει να διαχειριστεί τα προβλήματα υγείας του λαού, αλλά η λογική του «κόστους», που χαρακτηρίζει την κυρίαρχη πολιτική της κυβέρνησης και των άλλων αστικών κομμάτων και το οποίο πρέπει να μειωθεί, οδηγεί σε αδιέξοδο. Από αυτή τη σκοπιά, η θέση του ΚΚΕ για πλήρη κρατική χρηματοδότηση για όλα όσα σχετίζονται για την Υγεία, χωρίς πληρωμές, εισφορές κ.λπ., για όλους χωρίς όρους και προϋποθέσεις, προβάλλει ως η μόνη ρεαλιστική και προπάντων αναγκαία.
Πέμπτη 14 Απρίλη 2016